Πατάς πάνω στη γραμμή. Με τα χέρια σου ορίζεις το σώμα σου και κινείσαι. Πατάς πάνω στη γραμμή. Δεξιά κι αριστερά σου πετούνε χρώματα, αισθήσεις και λάθη. Πατάς πάνω στη γραμμή. Ισορροπία σε λεπτό σκοινί. Το χέρι σου χα’ι’δεύει τον αιθέρα και κάθε νιοστό σκόνης ή σωματίδιο γλιστράει στη σχισμή ανάμεσα στα δάχτυλά σου. Πατάς πάνω στη γραμμή. Τα μάτια σου ελέγχουν την πορεία των ποδιών σου και παράλληλα προσηλώνονται στο άπειρο. Πατάς πάνω στη γραμμή. Πατάς σε μια γραμμή που είναι και άλλοτε δεν είναι δικιά σου. Πατάς πάνω στη γραμμή.

Ώρες ώρες είναι δώρο να αγναντεύεις στο λιμάνι τα απογευματινά χρώματα. Αρμονία και τολμηρή ένωση χρωμάτων. Ανοίγεις τα χέρια και μετράς την έκταση της αγκαλιάς σου. Και μετά σκέφτεσαι : » άραγε πόσος κόσμος μπορεί να χωρέσει μέσα μου;». Αγγίζω από τη μια τα όρια του λιμανιού, σηκώνω με τα δάχτυλα μου το νερό της θάλασσας, ακουμπώ με προσοχή τις μαρμάρινες κολώνες των κτηρίων. Και μετά σαν χοάνη τα κλείνω όλα μέσα μου και από μέσα μου τα βγάζω καινούρια προς τα έξω. Και είναι μετά μέρες που κάθεσαι απόγευμα στο λιμάνι και παρατηρείς τα απογευματινά χρώματα. Και αντί να ανοίγεις την αγκαλιά σου, κλείνεις πιο γερά το μπουφάν σου και κρύβοντας το στόμα σου στην πλάτη του κασκόλ, βλέπεις το νερό να υψώνεται σαν κύμα στην προκυμαία, το νερό να αφρίζει και να ξερνάει αφρούς και μένοντας ακίνητος με τα χέρια κολλημένα στο σώμα περιμένεις το νερό που έρχεται και αφρίζει για την προκυμαία και αναταράζει την ησυχία του λιμανιού και με τα χέρια κλεισμένα περιμένεις και έρχεται το κύμα σκάει στην άκρη του λιμανιού και καταπίνει αυτοκίνητα, μηχανάκια, σκονισμένες βαλίτσες, εισιτήρια, διαδρομές, εκεί που κατέβηκες ν’ανέβω και έρχεται στο πρόσωπο σου η φλογισμένη όψη του νερού και γίνεσαι ασταθής και προσαρμόζεσαι για να το γλιτώσεις και σε ξεπλένει και σε λερώνει και καθώς γυρίζει να επιστρέψει στη θάλασσα η ανάσα του νερού σου δίνει την αίσθηση της αναγέννησης. Πέρασε από πάνω μου το νερό, θα πεις το πρωί στο γείτονά σου. Κι εκείνος θα σε κοιτάξει και σκεφτικός θα σου απάντησει : » μακάρι κάποτε κι από μέσα σου».

Συνηθίζει να βάζει στα πόδια των επίπλων μικρούς πάτους για να είναι πιο στέρεη η βάση τους. Ασχολείται με πολλή επιμέλεια. Μετά κοιτάζουμε το αποτέλεσμα. Χαιρόμαστε. Μάς είναι πια πιο λειτουργικό και σταθερό. Ακουμπάμε πάνω του πράγματα, μάλλον λέμε προσωρινά, το στολίζουμε με πράγματα που αγαπάμε, το αλλάζουμε. Τις μέρες που θα’ρθουν το έπιπλο αυτό θα ζήσει με νέα δεδομένα. Θα ισορροπήσει σε μια νέα ισορροπία. Παράξενο μου φαίνεται που η φύση αυτού του αντικειμένου, αν και χωρίς ίχνος ζωής, μπορεί και προσαρμόζεται σε νέα δεδομένα. Το κουτσό έπιπλο ζούσε με αυτή την ισορροπία. Όμως τώρα στέκει και στα τέσσερα του πόδια και ίσως αύριο να ισορροπήσει ξανά στα τρία του πόδια. Αλλά σε όλες τις περιπτώσεις προσαρμόστηκε σε κάτι καινούριο, αν και μόνο του μπορούσε να ζήσει και αλλιώς. Και πάντοτε θα ισορροπεί σε κάτι νέο ,αν και μόνο του θα μπορούσε να ισορροπεί κι αλλιώς. Ισορρόπησε σε μια νέα ισορροπία. »Είμαι κι εγώ ένα έπιπλο», θα σκεφτείς. Κι εγώ θα σε χα’ι’δέψω τρυφερά στη ράχη σου και θα καθαρίσω με φροντίδα τα στολίδια σου.

Έχω ήδη δύο βασιλόπιτες για το 2013. Και σύντομα θα μου έρθει και μια τρίτη. Θα φροντίσω να κοπούν όλες σε ίσα κομμάτια και να μοιραστούν δίκαια, του σπιτιού, εμένα, εσένα, του σπιτιού, εμένα, εσένα ,του σπιτιού, εμένα, εσένα. Και τα φλουριά δίκαια θα μοιραστούν. Του σπιτιού, εμένα , εσένα. Αφού τελειώσω με τα ευχολόγια, θα πάρω το μαχαίρι και θα χωρίσω το κάθε κομμάτι. Εμένα. Και θα βρω μέσα τη Βάσω, την Ερασμία, τη Μαρία, τον Γιώργο, την Αλεξία, τον Τάκη, την Όλγα, την Αγγελική . Εσένα. Και θα βρω μέσα τη Μαρία, την Παναγιώτα, τον Τάσο , τη Στέλλα, τη Μάνια, το Νίκο, την Ελένη, την Κωνσταντίνα. Του σπιτιού. Και θα βρω μέσα ένα λεωφορείο που πήγαινε στην Ελευσίνα ένα απόγευμα του Σεπτέμβρη και μια ερώτηση : »θα ήθελες να μείνουμε μαζί ;». Και θα στέκομαι πάνω από το τραπέζι με τις βασιλόπιτες και τα τόσα φλουριά στα χέρια και θα μακαρίζω την τύχη μου που το μαχαίρι μπόρεσε να χωρίσει τις βασιλόπιτες σε τόσα λίγα κομμάτια που όμως έκρυβαν μέσα τους έναν τόσο δικό τους κόσμο. Και θα σταθώ και θα βγάλω μια εορταστική φωτογραφία με όλα τα κομμάτια μου.

Υπάρχει ένα παιδί που φοβάται το σκοτάδι. Αντί να κλείσει τα βλέφαρά του ήσυχα, ονειρεύεται στο σκοτάδι ουρλιαχτά , πληγωμένους λύκους και λέαινες, αιχμηρά δόντια. Υπάρχει ένα παιδί που φοβάται το σκοτάδι. Ένα βράδυ ανήσυχος από τα οράματά του, θα σηκωθεί ξυπόλητο από το κρεβάτι και θα τρέξει με αλαφιασμένη καρδιά στην κουζίνα. Θα ανοίξει βιαστικά το συρτάρι και θα πάρει ένα μαχαίρι. Η βρύση θα στάζει λίγο. Πίσω του οι λύκοι θα ουρλιάζουν και θα ζητούν να χιμήξουν με αγριάδα και σκληρότητα να σκίσουν το δέρμα του. Θα ακούει φωνές, αλλά θα φοβάται να μην ακουστεί η ανάσα του. Θα πάει στο δωμάτιο των γονιών του και με ενώ θα φωτίζει το φως τς κολώνας θα τραβήξει με προσοχή το στρώμα και θα κόψει με μανία τα κεφάλια των γονιών του. Προτού συνειδητοποιήσει το άγριο έγκλημα, θα πατήσει προσεκτικά το χαλί του σαλονιού και θα καρφώσει τους πίνακες στους τοίχους , θα τους ξεριζώσει τα χρώματα και θα τους αφήσει να κείτονται ημιθανείς στο πάτωμα. Με έντονο χτυποκάρδι θα γυρίσει στο δωμάτιο του και θα σκίσει με μανία τα παλιά του ρούχα και θα θρυμματίσει τον καθρέφτη δίπλα στην πόρτα. Και μετά θα κουλουριαστεί το σώμα του στο πάτωμα και θα είναι απόλυτη ησυχία.

Μη με κερδίσεις απόψε στα χαρτιά. Και μετά μαζί να βρούμε το δολοφόνο. Και μετά να ψάξουμε για τα χαρτάκια του κρυμμένου θησαυρού σε όλα τα μέρη του νησιού. Και μετά να φτιάξουμε το ένα, το άλλο, το δύσκολο, το εύκολο. Επιθυμίες, προαπαιτούμενα, δεδομένα .Πότε στη ζωή μου δεν τα έβαλα σε τάξη. Κάποτε με μάγευε η ανισορροπία. Κάποτε ήμουν η ανισορροπία. Κάποτε προτίμησα το δάγκωμα από το χάδι. Κάποτε κατάλαβα ότι το χάδι που δίνω είναι το άλλοθί μου για να δαγκώσω. Κάποτε κατάλαβα ότι δε με κερδίζει η νηφαλιότητα. Κάποτε κατάλαβα ότι δε θα μπορούσα να είμαι η νηφαλιότητα. Κάποτε αισθάνθηκα ότι άξιζα το τίποτα. Κάποτε πήρα αυτό το τίποτα, γιατί το άξιζα.» Μπορείς να με μάθεις ;» , σου λέω. »Μπορώ», απαντάς με βεβαιότητα. »Κι όταν θα αλλάξω ;» » Κι όταν θα αλλάξεις, θα σε μάθω. Θα ισορροπήσουμε σε μια νέα ισορροπία ».

Advertisement