Απέναντι τ’ ουρανού το σύννεφο. Σα χάδι και σαν απειλή. Είναι αυτή η διττή του όψη που το κάνει ποιητικό, σκέφτομαι. Κι αν βρέξει θα βραχείς, κι αν βρέξει δε θα’ρθεις. Δε θα’ρθεις. Πόσο θα’θελα να ‘χα και μια δεύτερη ομπρέλα. Εδώ μια και χιλιοσπασμένη,αφημένη στα σκουπίδια κάποιου κάδου κι όμως μου στέγασε μια εκδρομή. Κι αν βρέξει, θα βραχείς.

Περάστε, είπε ο ψι και κλείστε την πόρτα. Καθίστε και χαλαρώστε. Μιλήστε. Γιατί ήρθατε εδώ ; Τί δε γνωρίζετε για τον εαυτό σας ;

Tα τακούνια της αφημένα στο πάτωμα πάνω στη φλοκάτη. Καπνίζει και είναι ήρεμη. Τη ρωτάω: » Ποιον άνθρωπο τελικά ερωτευόμαστε ; Ό,τι δεν είμαστε ή ό,τι είμαστε εμείς ; Mε κοιτάζει σαν να ξέρει. Όταν θα βρεις αυτόν τον άνθρωπο, δε θα χρειαστεί να αναρωτηθείς. Θα καθρεφτιστείς πάνω του.

Αισθάνεστε ότι έχετε πολλούς εαυτούς ; ρωταέι. Και ποιον από όλους βλέπετε στον καθρέφτη ;

Θυμάμαι και δεν είναι στο μυαλό. Είχε έρθει με την αδερφή της στο χωριό για το καλοκαίρι. Πηγαίναμε βόλτες, παίζαμε, η αδερφή της κλεισμένη στο σπίτι. Ένα πρωί βγήκε έξω από το σπίτι και την έφερε μαζί της. Η αδερφή της ίσαμε δώδεκα χρονών, κούτσαινε και τα χέρια της σε αστάθεια. Όταν πλησίασε, δεν μπορούσε καν να μιλήσει. Μας χαμογέλασε και ψέλλισε ένα γεια. Ένα μήνα αργότερα, είχαν μπει και τα δυο κορίτσια στην παρέα μας. Σκεφτόμουν τη μικρή πάνω σε ένα ξύλινο άλογο να γελάει και να φωτίζεται το λευκό της πρόσωπο. Μ’έπιαναν τα κλάματα. Πρώτη Σεπτέμβρη ήρθε και μας είπε ότι θα γυρίσουν στην Αγία Παρασκευή. Δεν είναι μακριά. Θα έρχεστε και θα ερχόμαστε κι εμείς. Δεν ξανασυναντηθήκαμε ποτέ. Δε θα ξεχάσω τα μάτια της αδερφής της, όταν έμπαινε στο αμάξι. Ήθελα να κλάψω, αλλά ήμουν δεκατέσσερα. Δεν κλαίω εύκολα σαν άνθρωπος.

Ευαισθησία πίσω από μία μάσκα ψυχραιμίας. Γιατί τόσος βουβός θόρυβος ;Θα σας φόβιζε ένας πιο σκληρός εαυτός ;

Από νωρίς έτυχε να χτυπήσει το κουδούνι. Ήρθαν όλοι. Βουβοί κάποιοι, άλλοι χαρούμενοι. Κι ο ένας να γεμίζει το ποτήρι με κρασί. Θα βγει κάτι καλό από αυτό ; Kι εγώ είχα αυτή την απορία. Ίσως αν αλλάξουμε συνείδηση. Αν γίνουμε άλλοι.

Ποιος εαυτός σας σάς κερδίζει πιο πολύ ;

To ίδιο όνειρο δυο βραδιές. Σκοτεινό το στενό και προχωράμε με τον ξάδερφο μου. Είμαστε παιδιά δώδεκα και δεκαέξι χρονών. Στη γωνιά εμφανίζεται ένας άνθρωπος με μαύρα και μαύρη κουκούλα. Βλέπω μόνο τα μάτια. Βγάζει ένα μαχαίρι και μαχαιρώνει τον ξάδερφο μου. Τον βλέπω να κείτεται στο δρόμο. Στρέφω το πρόσωπό μου προς το μέρος του και ο άνθρωπος έχει εξαφανιστεί. Σαν πολύ γρήγορα σκότωσες τον ανδρισμό σου, μου λέει ο Ξ.

Υπάρχει ανδρικό και θηλυκό στοιχείο μέσα σε κάθε άνθρωπο. Ποιο όμως σας στοίχειωσε ;

Έχω κάνει κοπάνα. Βρήκα πρόφαση και δεν πήγα στο μάθημα. Στο δρόμο σε πείραζα ότι έχω κανονίσει άλλα. Είχες θυμώσει, αλλά με μια γλυκύτητα διαφορετική. Όταν άνοιξες την πόρτα, έλαμπαν τα μάτια σου. Πιο πολύ απ’όλα δε μου άρεσε που ήρθα, αλλά που σου ήμουν ευάλωτος.

Αν είχατε έναν μόνο εαυτό , θα ήταν ο ένας, ο άλλος ή κάποιος τρίτος ;

Πλησίασε η άνοιξη. Πήγα 31. Μένω αλλού. Κοιμάμαι αλλού. Έχω αλλεργία που δεν είχα ποτέ. Σαν να είμαι κάποιος άλλος. Και σαν να τον έχω μαζί μου.

Θα μπορούσατε να πείτε ότι αλλάζετε ;

Aντί να βγει η πανσέληνος από εκεί που περίμενα, βγήκε από αλλού. Ούτε στο φεγγάρι δεν μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη. Και μετά να πεις την αλήθεια στον εαυτό σου για τα φεγγάρια που ονειρεύεσαι. Όταν τα ζεις, σου αρκεί που βγαίνουν σε όποιο ύψος κι αν τα δεις. Όταν δεν τα ζεις, σου ομορφαίνουν το χάσμα. Αλλά είναι χάσμα.Σαν να πήγαμε στο διάστημα και να μην βρήκαμε τίποτα.

Τί θα θέλατε ν’αλλάξετε στους εαυτούς σας ;

Eπιλέγω. Κανείς δεν επιλέγει ανάμεσα σε πολλά πράγματα. Οι πολλές επιλογές διαλύουν την ψευδαίσθηση της επιλογής, έλεγε ένας σοφός συγγραφέας. Κι εγώ που θέλω να κόψω απ΄όλα τα λουλούδια, είπα την πρωτομαγιά να διαλέξω μια αζαλέα. Και μόνο αυτή. Και είναι η μοναδική μου επιλογή. Και το πλησίασμα μου προς εσένα. Ναί, αλλά πριν από λίγο καιρό μου την έλεγες αγγλική πασχαλιά. Άλλό όνομα της έδινες. Άραγε οι ίδιες επιλογές έχουν άλλα ονόματα ;

Την ίδια ώρα, την άλλη Τρίτη. Κοιτάξτε λίγο μέσα σας.

Έκλεισα την πόρτα. Βγήκα στο δρόμο. Μάιος στην Αθήνα. Γέλιο και δάκρυ μαζί. Έχω μία εβδομάδα να σκεφτώ. Και να ζήσω. Με ή χωρίς εσένα που ζεις μέσα μου και δεν ξέρω ποιος είσαι . Και που μ’έκανες να είμαι και να μην είμαι. Και που είσαι εαυτός και το ανάποδό του, δρόμος και το αντίθετό του.

Είπα. Και έκανα μιά διαδρομή χωρίς εσένα.

Advertisement